ή και τη μέρα, ανάμεσα στις ομιλίες,
ακούς βαθιά σου κάποιον ήχο οξύ,
σάμπως ένα αόρατο δάχτυλο να έκρουσε
κείνο το απόν, ευαίσθητο, κρυστάλλινο δοχείο..."
Πως αν δε θες κάτι πολύ, ποτέ δε γίνεται..."
Είπε: ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο. Κι εγώ.
Το σώμα σου ωραίο Το σώμα σου απέραντο.
Χάθηκα στο απέραντο.
Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.
Όσο απομακρύνεσαι Σε πλησιάζω.
Ένα άστρο έκαψε το σπίτι μου.
Οι νύχτες με στενεύουν στην απουσία σου.
Σε αναπνέω.
Η γλώσσα μου στο στόμα σου
η γλώσσα σου στο στόμα μου- σκοτεινό δάσος.
Οι ξυλοκόποι χάθηκανκαι τα πουλιά.
Όπου βρίσκεσαι υπάρχω.
Τα χείλη μου περιτρέχουν τ' αφτί σου.
Τόσο μικρό και τρυφερό πως χωράει όλη τη μουσική;
Ηδονή-πέρα απ' τη γέννηση,πέρα απ' το θάνατο.
Τελικό κι αιώνιο παρόν.
Αγγίζω τα δάχτυλα των ποδιών σου.
Τι αναρίθμητος ο κόσμος.
Μέσα σε λίγες νύχτες
πως πλάθεται και καταρρέει όλος ο κόσμος;
Η γλώσσα εγγίζει βαθύτερα απ' τα δάχτυλα.
Ενώνεται.
Τώρα με τη δική σου αναπνοή
ρυθμίζεται το βήμα μου κι ο σφυγμός μου.
Δυό μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας κι εννιά δευτερόλεπτα.
Τι να τα κάνω τ' άστρα αφού λείπεις;
Με το κόκκινο του αίματος είμαι.
χμμ...δυο μήνες καιρός...
..Καληνύχτα.
.